Tuesday, 9 August 2016

Malpolon insignitus (Geoffroy in Savigny, 1827) Σαΐττα - Σαπίτης - Cyprus



Commonly known as the Montpellier snake, is a species of mildly venomous rear-fanged colubrids.
It is very common throughout the Mediterranean basin. 
It is up to 2.00 metres (7 ft) long and may weigh up to 1.5 kilograms (3 lb)
It is active during the day and mainly feeds on lizards
Although it is venomous, only a few cases of envenomation of humans are known, one of which occurred when a finger was inserted into the snake's mouth. The Montpellier snake is not a dangerous snake for humans. The rear fangs reduce the possibility of venom injection, and the venom is of low toxicity. Venom injections are possible in bites of big individuals. The venom is not very dangerous; symptomatic treatment suffices to treat an envenomation.The unthreatening nature of the snake, along with its relatively mild persecution by man, has made it one of the more common species throughout its range, even in areas occupied by humans
Genetic evidence suggests that the species originated in the Maghreb, migrating into southwestern Europe between 83,000 and 168,000 years ago and into southeastern Europe and western Asia at an earlier time. It is most closely related to the North African and Arabian species Malpolon moilensis and to a fossil species from the Pliocene of Spain,Malpolon mlynarskii, with which it forms the genus MalpolonMalpolon has a good fossil record, dating back to the Pliocene in both southwestern Europe and northern Africa, but many of the fossils are isolated vertebrae, which are difficult to assign to species. From Wikipedia, the free encyclopedia


Πλήρες όνομα: Malpolon insignitus (Geoffroy in Savigny, 1827)
Οπισθόγλυφο – Φέρει δηλητήριο στα πίσω δόντια – Ακίνδυνο για τον άνθρωπο

Περιγραφή: Μεγάλο και αρκετά δυνατό φίδι που το μήκος του μπορεί να φτάσει τα δύο μέτρα. Τα νεαρά άτομα έχουν καφέ χρώμα σώματος με πολλές διακεκκομένες λευκές ή κίτρινες γραμμώσεις ενώ τα ενήλικα διαθέτουν ομοιόχρωμο γκρίζο προς ελαιοπράσινο χρώμα. Το πιγούνι φέρει λευκά στίγματα και η κοιλιά συνήθως έχει κίτρινο χρωματισμό.
Ενδιαίτημα:
Συναντάται σε πλήθος διαφορετικών ενδιαιτημάτων. Μπορεί να εντοπιστεί από ζεστά, ξηρά ενδιαιτήματα με πετρώδη εδάφη, μέχρι καλλιεργήσιμες εκτάσεις ή και σε δάση και περιοχές με πολλούς θάμνους.

Τροφή:
Μικρά θηλαστικά, σαύρες και άλλα φίδια.

Αναπαραγωγή:
Αναπαράγεται στο τέλος τη άνοιξης και αποθέτει μέχρι και 20 αυγά εντός του καλοκαιριού. Τα αυγά εκκολάπτονται περίπου ένα μήνα μετά την απόθεσή τους.

Εξάπλωση στο νησί: Ευρεία εξάπλωση από τα παράλια μέχρι και τις ψηλότερες κορυφές του Τροόδους.

Παγκόσμια εξάπλωση: Βόρεια Αφρική, Ελλάδα, Κύπρος, δυτική Ασία από την Τουρκία και τα μεσογειακά παράλια της Μέσης Ανατολής μέχρι το Ιράν.

Κατάσταση: Κοινό
Πηγη ΕΡΠΕΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΚΥΠΡΟΥ

Photos and videos Nicosia by George Konstantinou



































No comments:

Post a Comment